Σημειώσεις για μια αντιαποικιακή Αθήνα
Χάρτες της Αθήνας. Επεξεργασία: Τομ Γουέστερν
Του Τομ Γουέστερν
Υπάρχει μια ιστορία που τρεμοφέγγει και δεν μπαίνει ποτέ στο επίκεντρο. Μια αντιαποικιακή Αθήνα.[1] Όχι με την έννοια της νέας πρωτεύουσας μετά την ελληνική ανεξαρτησία τη δεκαετία του 1820 – αυτό είναι κάτι άλλο. Αλλά ως μια προσπάθεια να τοποθετηθεί η πόλη σε παγκόσμιες σχέσεις αποαποικιακού αγώνα στις δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έπειτα. Το 1957, ορισμένα τμήματα της ελληνικής (και κυπριακής) αριστεράς προσπάθησαν να συγκαλέσουν στην Αθήνα ένα «Παγκόσμιο Αντιαποικιακό Συνέδριο», χτίζοντας συνδέσεις με ιδρύματα που εργάζονταν ενάντια στον ιμπεριαλισμό στην Ευρώπη, με κινήματα γύρω από τη Μεσόγειο και πέρα από αυτή, εντάσσοντας την Ελλάδα στις αφρο-ασιατικές σχέσεις αλληλεγγύης που είχαν ενεργοποιήσει τη συγκέντρωση του Μπάντουνγκ δυο χρόνια νωρίτερα και αυτό που αργότερα έγινε το Τριηπειρωτικό Κίνημα (Tricontinental).[2] Το συνέδριο δεν συνέβη ποτέ. Υπονομεύτηκε από Γάλλους και Πορτογάλους διπλωμάτες και από τις ψυχροπολεμικές αγωνίες των ΗΠΑ, και μετατράπηκε σε μια σειρά μικρότερων εκδηλώσεων, συμπεριλαμβανομένης μιας «Αντιαποικιακής Διάσκεψης της Μεσογείου» στο τέλος του 1957, ενώ παράλληλα αναπτύχθηκε μια μόνιμη επιτροπή αντιαποικιακού αγώνα της Μεσογείου, υπό την προεδρία του Νίκου Πουλιόπουλου.[3]
Στο επίπεδο του δρόμου, τα κινήματα και οι διαδηλώσεις στην πόλη πάλλονται από μια αντιαποικιακή ενέργεια. 1973: Το όνομα Σαλβαδόρ Αλιέντε γράφεται στους τοίχους και φωνάζεται στους δρόμους κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.[4] Στις ταβέρνες στα τέλη της δεκαετίας του 1970, «η συζήτηση περιστρεφόταν γύρω από τον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα, όπως ο πόλεμος του Βιετνάμ, η δικτατορία του Πινοσέτ στη Χιλή και το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στην Αγκόλα».[5] Στο παρόν: Αλληλεγγύη (όσο διασπασμένη κι αν είναι) με την Παλαιστίνη και το Κουρδιστάν, μια αθηναϊκή ερμηνεία του Black Lives Matter,[6] και φυσικά συνεχείς αγώνες ενάντια στον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ, τη λιτότητα υπό την ηγεσία της ΕΕ, και τη συνοριακή πολιτική της «Ευρώπης-Φρούριο»· όλα αυτά τροφοδοτούν τους ρυθμούς και τις σχέσεις αντίστασης στην πόλη. Η Αθήνα, με άλλα λόγια, έχει τα αντιαποικιακά παρελθόντα και τις μέλλουσες ζωές της – αν και συνήθως αυτά θάβονται κάτω από το μαρμάρινο βάρος της εθνικής ιστορίας.
Αυτό το σύντομο δοκίμιο αφουγκράζεται αυτές τις ενέργειες και τις μνήμες, αλλά επιδιώκει επίσης να σκεφτεί μια αντιαποικιακή Αθήνα με έναν άλλο τρόπο. Όχι απλώς να εγγράψει τους εθνικούς αγώνες στις διεθνείς σχέσεις, αλλά αντίθετα να προσφέρει μια αναχαρτογράφηση της πόλης. Αυτό το κείμενο βρίσκει τη χαρτογραφία του σε μια συλλογή ιδεών από Αθηναίους ακτιβιστές και ποιητές, αντιαποικιακούς στοχαστές και συγγραφείς, γεωγράφους και ιστορικούς της Μεσογείου. Σκέφτεται την πόλη σε κύκλους και κυκλοφορίες, όχι σε ευθείες γραμμές και γραμμικές ιστορίες: αποκεντρώνοντας τους ευρωκεντρισμούς που διεκδικούν συνεχώς την Αθήνα ως πηγή και σύμβολο ανωτερότητας και, αντίθετα, τοποθετώντας την πόλη σε γεωγραφίες αμφισβήτησης και κινητές ιστορίες. Από αυτή τη συλλογή ιδεών αναδύεται μια Αθήνα που τραγουδάει μακρές ιστορίες κίνησης, συνάντησης, ανταλλαγής. Μια Αθήνα που αμφισβητεί τις αποικιακές λογικές συνόρων και καθεστώτων υπηκοότητας. Μια Αθήνα δομημένη πάνω στις έννοιες της σχέσης και της κοινότητας. Μια αντιαποικιακή Αθήνα.
Κινητές Ιστορίες
Φαντάσου την πόλη ως δύο σχήματα. Το ένα είναι σε ευθείες γραμμές: οι μακριές λεωφόροι, το αστικό σχέδιο. Αυτή η Αθήνα είναι η Ευρω-Αθήνα, που εγκαταστάθηκε ως πρωτεύουσα του νέου έθνους-κράτους συσκοτίζοντας τα οθωμανικά παρελθόντα της, ενορχηστρωμένη από Βαυαρούς βασιλιάδες και Παριζιάνους αρχιτέκτονες και απηχώντας την εξιδανικευμένη εικόνα της αρχαίας πόλης. Ευθείες γραμμές μεταξύ μνημείων· ευθείες γραμμές μεταξύ παρελθόντος και παρόντος. Αυτή η Αθήνα έχει εδώ και καιρό γραφτεί στην ιμπεριαλιστική σκέψη. Την επικαλούνται τακτικά ως σημείο και σύμβολο, την ιδιοποιούνται με απληστία ως σημείο πολιτισμικής προέλευσης, χαρτί στο μανίκι της αυτοκρατορίας, έχει χτιστεί και έχει εντυπωθεί στο φαντασιακό ως μνημείο ευρωπαϊκότητας. Αυτή η Αθήνα είναι και η επικράτεια, το καθεστώς πολιτειότητας, το έθνος, η ουσία του ελληνικού κράτους που οριοθετεί την ελληνικότητα με βάση τη θρησκεία, τη γλώσσα, την εθνότητα, την ομοιογένεια, την καχυποψία.
Το δεύτερο σχήμα είναι φτιαγμένο από κύκλους. Τοποθετεί την πόλη στη Μεσόγειο – ένας χώρος που ορίζεται από κινήσεις και κυκλοφορίες. Αυτή είναι η αντιαποικιακή Αθήνα. Εκεί όπου η μετανάστευση και η διαφορετικότητα δεν θεωρούνται κάτι καινούργιο, αλλά συνθέτουν τον ίδιο τον αστικό ιστό. Αυτή είναι η «μαύρη Αθήνα», όπου αυτό που ονομάζεται «ελληνισμός» αναδύεται όχι ως πηγή της ευρωπαϊκής σκέψης αλλά μέσω επιρροών και ανταλλαγής με τους Αιγυπτίους και τους Φοίνικες και με άλλους πολιτισμούς από την Ανατολική Μεσόγειο και από αλλού, την Αφρική και την Ασία.[7] Αυτή είναι η ποίηση του Νικόλαου Κάλα, ο οποίος έγραψε το 1933 μια «Στρογγυλή Συμφωνία» – για την πλατεία Ομονοίας ως κύκλο και την πόλη ως κυκλοφορία, που χωράει όλους και όλα, τα οποία γυρίζουν, στροβιλίζονται, παλεύουν, αντιστεκόμενα, γεμάτα ελπίδες.[8] Αυτή η Αθήνα είναι η τροχιά, η σχέση, η κίνηση.
Αυτή η στρογγυλή Αθήνα αντηχεί με αποαποικιακές ιδέες. Σκέφτεται μέσω άλλων οριζόντων, δημιουργεί συνδέσεις και κοινούς τόπους, ευθυγραμμίζεται με την αντιαποικιακή σκέψη, αναδεικνύοντας τις μακρές ιστορίες Ευρωπαϊκής εξάρτησης από τον υπόλοιπο κόσμο.[9] Αν τοποθετήσουμε την Αθήνα στη Μεσόγειο, βρίσκουμε μια ποιητική με την οποία οι άνθρωποι αποκρούουν εδώ και καιρό την προσπάθεια επιβολής μιας ελίτ ευρωπαϊκής κουλτούρας στην καθημερινή μεσογειακή ζωή. Η Ιωάννα Θεοχαροπούλου, γράφοντας για την κατασκευή της σύγχρονης Αθήνας, το αποκαλεί αυτό «λαϊκη-Ανατολική Μεσόγειο»: κάτι που εκφράζεται στη γλώσσα, στην αρχιτεκτονική, στη μουσική, στην πολιτισμική ταυτότητα και στις χρήσεις του αστικού χώρου – που εστιάζει στους πολλαπλούς αθηναϊκούς πολιτισμούς που έχουν συνυπάρξει για αιώνες.[10]
Βρίσκουμε επίσης γεωγραφίες αμφισβήτησης, χαρτογραφίες πάλης. Η Αθήνα βαδίζει πάνω σε ριζοσπαστικές τροχιές που εκτείνονται σε θάλασσες και ηπείρους – με την Αλεξάνδρεια, τη Βηρυτό, το Κάιρο, τη Δαμασκό και όχι μόνο. Όπως μας δείχνει η Ιλχάμ Χούρι-Μάκντισι (Ilham Khuri-Makdisi), στα τέλη του 19ου αιώνα οι πόλεις στην Ανατολική Μεσόγειο έπαιξαν κεντρικό ρόλο σε μια «παγκόσμια ριζοσπαστική στιγμή», κατά την οποία η κυκλοφορία γνώσης, ιδεών και πολιτικής σκέψης επέτρεπε στους ανθρώπους «να συνδέονται και να δημιουργούν ευφάνταστες κοινότητες και δεσμούς αλληλεγγύης σε στεριές και θάλασσες».[11] Η ριζοσπαστική σκέψη ταξιδεύει εδώ και καιρό παράλληλα με την κίνηση ανθρώπων γύρω από τη Μεσόγειο, με πολιτικές ιδέες και αρχές να κυκλοφορούν σε πολλές γλώσσες, και με πολιτικές κουλτούρες να αναπτύσσονται χωρίς να αντικατοπτρίζουν τις εθνικ(ιστικ)ές και ευρωκεντρικές ιστορίες. Τόσο η πόλη όσο και η θάλασσα είναι χώροι κυκλοφορίας, φαντασίας και κινητοποίησης.
Όμως αυτές οι κινητές ιστορίες έχουν ακινητοποιηθεί και περικλειστεί – το αθηναϊκό τοπίο έχει επανειλημμένα «ασπρίσει» μέσω προσπαθειών να εξαφανιστούν αυτές οι αποκεντρωμένες τροχιές, έκκεντρες κουλτούρες και διασκορπισμένες συνυπάρξεις. «Η Μεσόγειος δεν είναι απλώς γεωγραφία», για να δανειστώ μια φράση από την πολιτισμική μελέτη της θάλασσας του Πρέντραγκ Ματβέγιεβιτς (Predrag Matvejevic). «Τα όριά της δεν χαράσσονται ούτε στον χώρο ούτε στον χρόνο. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τρόπος να τα σχεδιάσουμε: δεν είναι ούτε εθνοτικά, ούτε ιστορικά, ούτε κρατικά, ούτε εθνικά· είναι σαν κύκλος κιμωλίας που γράφεται και διαγράφεται συνεχώς».[12] Το καθήκον μιας αντιαποικιακής Αθήνας είναι να θρέφει τέτοιους κύκλους και τέτοιες κυκλοφορίες, και τους τρόπους σκέψης, γνώσης και ύπαρξης στην πόλη που προκύπτουν από αυτές.
Σχεσιακή Πόλη
Αυτό δεν είναι μόνο μια ακαδημαϊκή άσκηση! Σε όλη την πόλη, σε κοινωνικά κέντρα, πολιτιστικούς συλλόγους, ομάδες ακτιβιστών, ανεπίσημους χώρους, δρόμους και πλατείες, οι άνθρωποι ασχολούνται με την αντιαποικιακή μελέτη και πρακτική. Αθηναϊκές οργανώσεις (Generation 2.0, ANASA Πολιτιστικό Κέντρο, United African Women Organisation) έχουν καταγγείλει την αμνησία της ιστορίας και τους ρατσισμούς των καθεστώτων πολιτειότητας.[13] Νεότερες ομάδες (Victoria Square Project, το Φόρουμ Συριακής και Ελληνικής Νεολαίας) παλεύουν ενάντια στις διαχωριστικές γραμμές «προσφύγων» και «πολιτών», «μεταναστών» και «Αθηναίων».[14] Όλες, με διαφορετικούς τρόπους, εκθέτουν τους τρόπους με τους οποίους η Ελλάδα, παρότι δεν είναι μια σύγχρονη αποικιακή δύναμη, έχει ασπαστεί τις αποικιακές λογικές της πολιτειότητας, οι οποίες φυλετικοποιούν τους ανθρώπους, τους τοποθετούν σε ιεραρχίες και σε διάφορες αποστάσεις από την ιδέα του «ευρωπαϊκού πολιτισμού».[15] Όλοι αυτοί οι οργανισμοί φαντάζονται εκ νέου ζητήματα σχετικά με το είναι και το ανήκειν στην πόλη, και αναδιαμορφώνουν τις πολιτειότητες έναντι στην πολιτειότητα.
Το κίνημα βασίζεται στην κίνηση. Και τα δύο είδη κίνησης μπορούμε –πρέπει!– να τα σκεφτούμε μαζί. Το αποτέλεσμα είναι μια σχεσιακή πόλη – μια Αθήνα που περιέχει πολλές πόλεις μέσα της και βασίζεται τόσο σε παλιές συνυφάνσεις πολιτισμών και ανθρώπων όσο και σε νεότερες ιδέες και δημιουργικότητες. Η πόλη γίνεται ένα πεδίο ακτιβιστικών δοκιμών, ένα τραγούδι αλληλεγγύης, ένας ενισχυτής διεκδικήσεων, μια αφθονία γλωσσών.
Αυτή είναι η Αθήνα που επιδιώκω να ακούσω και να καλλιεργήσω στη δική μου δουλειά. Σε μια σειρά βίντεο από το 2020, αφηγούμαι την πόλη μέσα από μια φανταστική συνομιλία μεταξύ του Αθηναίου ποιητή Κάλα και του μεγάλου αντιαποικιακού θεωρητικού Εντουάρ Γκλισάν (Édouard Glissant), καθώς και οι δυο σκέφτονται σε κύκλους και κυκλοφορίες και φτιάχνουν μια μουσική γλώσσα που απηχεί τους ρυθμούς και τις σχέσεις της πάλης.[16] Η Αθήνα γίνεται ένας ανοιχτός κύκλος – σαν τόσους πολλούς χορούς από όλη την Ανατολική Μεσόγειο. (Τις ιδέες στις οποίες βασίστηκαν αυτά τα βίντεο και αυτό το δοκίμιο αναπτύσσω περισσότερο στο βιβλίο που γράφω αυτή την περίοδο με τίτλο Circular Movements / Κυκλικά Κινήματα.)
Προς αυτό δουλεύουμε, επίσης, στο Φόρουμ Συριακής και Ελληνικής Νεολαίας (στο οποίο είμαι μέλος από το 2018), αναπτύσσοντας μεθόδους δημιουργικού ακτιβισμού, χρησιμοποιώντας τον πολιτισμό ως εργαλείο πολιτικής συμμετοχής, αναζητώντας συνδέσεις και κοινές ιστορίες, για να ανήκουμε στην πόλη και να γινόμαστε η πόλη. Όπως λέει ο συνάδελφός μου Καρίμ Καμπάνι σε ένα βίντεο που φτιάξαμε πρόσφατα: «Μπορούμε να δούμε στην Αθήνα – το μέρος που ανήκουμε – μπορούμε να νιώσουμε πολλές διαφορετικές πόλεις, που δρουν στον ίδιο κύκλο, ενεργούν προς την ίδια κατεύθυνση».[17] Σχεσιακές και συλλογικές γεωγραφίες αναχαρτογράφουν και αναδιαμορφώνουν την πόλη.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, η φαντασία γίνεται μέθοδος κοινωνικού μετασχηματισμού απαραίτητη για να σκεφτούμε διαφορετικά: να ξε-φτιάξουμε σύνορα, να σχηματίσουμε αντι-κοινά, να διεκδικήσουμε την παρουσία και το ανήκειν, να ανοίξουμε την πόλη. Και πάλι, όλα αυτά είναι μια μορφή αντιαποικιακής μελέτης, μέσω της οποίας, με τα λαμπρά λόγια της Κάθριν Μακίτρικ (Katherine McKittrick), «μπορεί κανείς να παρατηρήσει μια συνεχή μέθοδο συλλογής πολυαισθητηριακών ιστοριών, αφηγήσεων, μυθοπλασιών, ψιθύρων, τραγουδιών, ρυθμών».[18]
Η αντιαποικιακή μελέτη και φαντασία είναι μέθοδοι που αντιστέκονται στην κρίση. Αρνούνται την αποικιακή λογική των συνόρων και των καθεστώτων πολιτειότητας. Αρνούνται την αφήγηση της θάλασσας μόνο ως σύνορο, ως νεκροταφείο, ως φυλακή. Επικεντρώνονται σε αυτό που αναδύεται και όχι μόνο σε αυτό που βυθίζεται. Αφηγούνται τις καθημερινές προσπάθειες για την οικοδόμηση μιας πόλης, ενός κέντρου πολιτικής δράσης, αποκεντρωμένης και πολύμορφης. Η Αθήνα, εν ολίγοις, παίρνει τη θέση της στη Μαύρη Μεσόγειο, φαντάζεται τη θάλασσα ως «έναν τόπο πολιτισμικού συγκρητισμού και ριζοσπαστικών δυνατοτήτων και όχι ως υδάτινο τάφο και τόπο αποστέρησης».[19] Και για να τελειώσω από εκεί που ξεκίνησα, ένας βρόχος ανατροφοδότησης της αντιαποικιακής ενέργειας συνεχίζει να πάλλεται γύρω από την πόλη και τη θάλασσα.
[1] Χρησιμοποιώ τον όρο «αντιαποικιακή Αθήνα» αντί του «αποαποικιοποίση της Αθήνας» γιατί προσπαθώ να προσανατολίσω συγκεκριμένα είδη σκέψης και σύνολα δράσεων, τόσο στην ιστορία όσο και στο παρόν, που τροφοδοτούν τις ευρύτερες συζητήσεις και παρεμβάσεις του Decolonize Hellas. Ακολουθώ την Πριγιαμβάδα Γκοπάλ (Priyamvada Gopal) η οποία θέτει την αντιαποικιοκρατία ως το κομμάτι που έρχεται μεταξύ αποικιοκρατίας και αποαποικιοποίσης, καθιστώντας την προϋπόθεση για την αποαποικιοποίση κάθε είδους. Γράφει: «μια σοβαρή ενασχόληση με την ‘αποαποικιοποίηση’ σήμερα απαιτεί από εμάς να σκεφτούμε με ακρίβεια τις αντηχήσεις της αντιαποικιοκρατίας», και ότι η αντιαποικιοκρατία είναι ο «όρος που λείπει» στις τρέχουσες ακαδημαϊκές συζητήσεις για την αποαποικιοποίηση. Η αποαποικιοποίηση μαθαίνει από την αντιαποικιοκρατία, η οποία συνδέεται άμεσα με τους στόχους μου στο παρόν κείμενο: να μάθω από ανθρώπους που εργάζονται στο παρελθόν και στο παρόν, σε μια προσπάθεια να προσφέρω μια χρήσιμη συμβολή στις συνομιλίες που αναπτύσσονται πάνω και γύρω από αυτήν την πρωτοβουλία. Priyamvada Gopal, 2021, ‘On Decolonisation and the University’, Textual Practice, 35(6), 886.
[2] Βλ, για παράδειγμα, Quỳnh N. Pham και Robbie Shilliam (επιμ.), Meanings of Bandung: Postcolonial Orders and Decolonial Visions (Λονδίνο: Rowman and Littlefield, 2016); και Anne Garland Mahler, From the Tricontinental to the Global South: Race, Radicalism, and Transnational Solidarity (Ντάραμ, Βόρεια Καρολίνα: Duke University Press, 2018).
[3] Ioannis D. Stefanidis, Stirring the Greek Nation: Political Culture, Irridentism and Anti-Americanism in Post-War Greece, 1945-1967 (Νέα Υόρκη: Routledge, 2016), 106-107. Αργότερα έγινε η «Επιτροπή για τον αγώνα κατά της αποικιοκρατίας στην περιοχή της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής», υπό την προεδρία και πάλι του Πουλιόπουλου. Kostis Kornetis, 2015, ‘“Cuban Europe? Greek and Iberian Tiersmondisme in the “Long 1960s”’. Journal of Contemporary History, 50(3): 491.
[4] Kornetis, ‘Cuban Europe?’, 509-510.
[5] Nikolaos Papadogiannis, 2010, ‘Greek Communist Youth and the Politicisation of Leisure, 1974-1981’. Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, 188-189.
[6] Βλ, για παράδειγμα, τη συζήτηση, «9 Αφροέλληνες Συζήτουν: Τι Σημαίνει ‘Δεν Μπορώ να Αναπνεύσω’ στην Ελλάδα;», 2020, επιμ. Τζάκυ Αμπουλιμέν και Ειρήνη Νιαμουάια Οντούλ (Αθήνα: Στέγη Ιδρύματος Ωνάση) – https://www.onassis.org/el/video/9-afrogreeks-discuss-what-does-i-cant-breathe-mean-in-greece
[7] Martin Bernal, Black Athena: The Afroasiatic Roots of Classical Civilisation (Λονδίνο: Vintage, 1991).
[8] Νικόλαος Κάλας, Γραφή και Φως (Αθήνα: Ίκαρος, 1998). Βλ. επίσης Effie Rentzou, 2008, ‘Stranger in the City: Self and Urban Space in the Work of Nicolas Calas’, Journal of Modern Greek Studies, 26(2): 283-309.
[9] Τόσο στον πλούτο και τους πόρους της όσο και στη σκέψη και τη θεωρία της, η Ευρώπη έχει δομηθεί πάνω στην εργασία όλου του κόσμου – εξαρτάται από αυτό που η Λίσα Λόου (Lisa Lowe) ονομάζει «οικειότητες των τεσσάρων ηπείρων». Για να διατηρηθεί η αίσθηση της πολιτισμικής ανωτερότητας και η ιδέα της Ευρώπης ως διακριτής οντότητας, η αποικιοκρατία απαιτεί έναν εσκεμμένο αφανισμό – ο Εμέ Σεζέρ (Aimé Césaire) το αποκαλεί «μηχανή λήθης» – όλων των ειδών παρελθόντος. Lisa Lowe, The Intimacies of Four Continents (Ντάραμ, Βόρεια Καρολίνα: Duke University Press, 2015); Aimé Césaire, Discourse on Colonialism, μτφρ. Joan Pinkham (Νέα Υόρκη: Monthly Review Press, 2000[1955]), 52.
[10] Ioanna Theocharopoulou, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens (Aθήνα: Ιδρύματος Ωνάση, 2017), 55-60. Βλ. και Eleni Bastéa, The Creation of Modern Athens: Planning the Myth (Κέιμπριτζ: Cambridge University Press, 2000) (ελλ. μτφρ.: Ελένη Μπαστέα, Αθήνα 1834-1896: Νεοκλασική πολεοδομία και ελληνική εθνική συνείδηση, Αθήνα: Libro, 2008).
[11] Ilham Khuri-Makdisi, The Eastern Mediterranean and the Making of Global Radicalism, 1860-1914 (Μπέρκλεϋ Καλιφόρνια: University of California Press, 2013), 32.
[12] Predrag Matvejevic, Mediterranean: A Cultural Landscape, μτφρ. Michael Henry Heim (Μπέρκλεϋ Καλιφόρνια: University of California Press, 1999), 10.
[13] Π.χ. Viki Zaphiriou-Zarifi, ‘The Collective Mobilisation of African Women in Athens “United We Stand”’, στο Akwugo Emejulu & Francesca Sobande (επιμ.), To Exist is to Resist: Black Feminism in Europe, (Λονδίνο: Pluto Press, 2019), 13-33.
[14] Tom Western, 2020, ‘Migratory Activisms in the Eastern Mediterranean’, IDEES, 51, ειδικό τεύχος σε «Ένα καινούργιο μεσογειακό όραμα» – https://revistaidees.cat/en/migratory-activisms-in-the-eastern-mediterranean/
[15] Lowe, The Intimacies of Four Continents; Andrea Dyrness και Enrique Sepúlveda. Border Thinking: Latinx Youth Decolonizing Citizenship (Μινεάπολη, Μινεσότα: University of Minnesota Press, 2020).
[16] Η φανταστική συνομιλία ως δομικό εργαλείο είναι εμπνευσμένη από το υπέροχο βιβλίο της Sara Salem, Anticolonial Afterlives in Egypt: The Politics of Hegemony (Κέιμπριτζ: Cambridge University Press, 2020).
[17] SGYF, ‘Becoming the City’, σε Η Πόλη Ανταπαντάει, επιμ. Theatrum Mundi και Ιδρύματος Ωνάση (2021 – https://backtalks.city/project/becoming-the-city/).
[18] Katherine McKittrick, Dear Science and Other Stories (Ντάραμ, Βόρεια Καρολίνα: Duke University Press, 2021), 4.
[19] S.A. Smythe, 2018, ‘The Black Mediterranean and the Politics of Imagination’, Middle East Report, 286: 9.
Παράθεση ως: Γουέστερν, Τομ. 2021. “Σημειώσεις για μια αντιαποικιακή Αθήνα” Decolonize Hellas blog, 14 Σεπτεμβρίου, https://decolonizehellas.org/simeioseis-gia-mia-antiapoikiaki-athina/
Ο Τομ Γουέστερν είναι Λέκτορας Κοινωνικής και Πολιτισμικής Γεωγραφίας στο UCL και μέλος του Φόρουμ Συριακής και Ελληνικής Νεολαίας, στα πλαίσια του οποίου διοργανώνει τη δράση Active Citizens Sound Archive. Ο Τομ γράφει για την “αντιαποικιακή Αθήνα”, τοποθετώντας την πόλη σε γεωγραφίες αμφισβήτησης και κινητές ιστορίας. Είναι επίσης μέλος της ομάδας εργασίας “Μνήμη-Μνημεία”, στα πλαίσια του dëcoloиıze hellάş.